Yπάρχουν φυσικά θεματικές που με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα και θα τις θεωρούσα γόνιμες από τη σκοπιά μου. Ίσως να συνοψίζονταν γύρω από το θέμα της σχέσης του Πολιτικού με τον χρόνο. Θα ήθελα να θεματοποιηθεί στο συνέδριο η έννοια του συμβάντος στον Ντελέζ, της διάκρισης από την κατάσταση πραγμάτων κλπ. και θα ήταν χρήσιμο να συγκριθεί με άλλες εκδοχές του ίδιου όρου από νεότερους και σύγχρονους Γάλλους φιλοσόφους, από τον Ντεριντά μέχρι τον Μπαντιού. Η διάκριση γίγνεσθαι-Ιστορίας, η ενδεχομενικότητα, η εμμένεια και φυσικά οι αναλύσεις γύρω από την απεδαφικοποίηση, θα βρουν φαντάζομαι τη θέση τους στις εισηγήσεις, όχι μόνο διότι επιτρέπουν αναλύσεις πάνω στον καπιταλισμό, το κράτος κλπ. Αλλά και γιατί, κι αυτό με ενδιαφέρει ιδιαίτερα, αναδεικνύουν τροπικότητες πολιτικής/συμβολικής δημιουργίας. Ίσως επειδή μελετώ αντίστοιχο θέμα στον Μπένγιαμιν και στον Ντεριντά, θα ήταν ενδιαφέρον να συζητηθεί πως και γιατί η φιγούρα του ξένου, για παράδειγμα, συνδέεται με την 'δημιουργία μιας επερχόμενης νέας γης'; Πως ο ξένος ως εξαίρεση γίνεται καταστατικός φιλοσοφικά, συμβολικά και πολιτικά; Πως ο νόμος συνδέεται με το άλλο του; Η έννοια της εξαίρεσης είναι σημαντική στην πολιτική φιλοσοφία ενγένει (Σμιτ, Αγκάμπεν και άλλοι), ως όρος μιας συμβολικής δημιουργίας: πως τοποθετείται λοιπόν η σκέψη του Ντελέζ εντός αυτής της γενικής κουβέντας περί εξαίρεσης, περί ρήγματος, τομής, ασυνέχειας κλπ. Τι τον διαφοροποιεί από εκείνους που σκέφτονται το ίδιο θέμα με άξονα ας πούμε την έννοια του κενού, από τον Λακάν μέχρι τον Μπαντιού;
Το γεγονός ότι ο Νίτσε (και ειδικά τα κείμενά του όπου συζητείται η σχέση ιστορικής συνείδησης και δημιουργικότητας) αποτελεί ένα κοινό υπόβαθρο τόσο του Ντελέζ όσο και του Μπένγιαμιν ή του Ντεριντά, μπορεί να δώσει αφορμές για μια ιστορική διεύρυνση του προβληματισμού και για ενδιαφέροντες συσχετισμούς. Το θέμα του μηδενισμού, μεταξύ άλλων, συνδέεται με αυτή την θεματική.
Επίσης αυτό αφορά την σύγχρονη Ελλάδα με διπλό τρόπο: πρώτον, διότι το ερώτημα πως κληρονομεί κανείς, τι είναι δηλαδή ένας κληρονόμος, είναι πολύ σημαντικό, ενόψει της ιδιαίτερα προβληματικής σχέσης που έχουμε στην Ελλάδα με το παρελθόν. Μιμείται απλώς, ή αν όχι τι είναι μνήμη και πως αυτή μπορεί να είναι δημιουργική; Μπορεί λοιπόν μια στιγμή κρίσης, τομής, να υποδεικνύει ένα κρυφό και παραθεωρημένο πεδίο που επιτρέπει να συνδεθεί κανείς αλλιώς με το παρελθόν και να ανοιχτεί αλλιώς στο μέλλον; Στη σημερινή Ελλάδα αυτό θα ήταν όχι μόνο ακαδημαϊκά, αλλά ευρύτερα κοινωνικά ενδιαφέρον: να δει κανείς την κρίση σε μια διαφορετική φιλοσοφική προοπτική, τόσο ευρωπαϊκή όσο και ελληνική. Πάνω σε αυτό το θέμα σας στέλνω ένα πρόσφατο κείμενό μου, με αφορμή αυτή τη φορά την Άρεντ - ως ευκαιρία γνωριμίας. Δουλεύω όμως σε αυτή την κατεύθυνση ευρύτερα, και ειδικά βασιζόμενος σε νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμενα, από τα οποία προσπαθώ να αντλήσω υπόρρητες ιστορικές και πολιτικές εμπειρίες με άμεσο φιλοσοφικό ενδιαφέρον προς αυτή μια κατεύθυνση σαν αυτή που σας σχεδίασα αδρά. Ίσως το κείμενό μου να βοηθήσει λίγο στην διασαφήνιση.
Θα μπορούσα να συντρέξω το συνέδριο σε μια τέτοια κατεύθυνση. Και νομίζω ότι θα ήταν επίσης σημαντικό το συνέδριο να ανοιχτεί σε έναν ευρύτερο κοινωνικό χώρο στην Αθήνα, να μην περιχαρακωθεί δηλαδή σε ένα στενά ακαδημαϊκό ζήτημα. Αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά παραχώρηση σε μια ρητορική ή ιδεολογική ευκολία (κίνδυνος που πάντα παραμονεύει φυσικά και χρειάζεται εγρήγορση), σημαίνει άνοιγμα στον καιρό, στο κοινωνικό περιβάλλον και στον ενεστωτικό χρόνο και τις μορφές που παίρνουν οι απορίες του - πράγμα για το οποίο νομίζω ότι η σκέψη του Ντελέζ προσφέρεται. Υπό την έννοια αυτή, το συνέδριο θα μπορούσε να διεκδικήσει ότι συνομιλεί με την ιστορική στιγμή μιας μείζονος κρίσης.
Στην ίδια λογική, μπορεί να τεθεί και το ζήτημα της σχέσης του Ντελέζ με την αρχαία σκέψη κι αυτός είναι ο δεύτερος τρόπος που η 'απεδαφικοποίηση' αφορά 'ελληνικά' θέματα. Κυρίως με την τραγωδία ίσως, παρά τις όποιες διαφορές, για την οποία έχω ιδιαίτερο ενδιαφέρον κι έχω ήδη γράψει ένα βιβλίο, αλλά όχι μόνο: η συνάντηση, ας πούμε, με τη σκέψη του Πλάτωνα κρύβει ακόμα ανοιχτές δυνατότητες.
Ηλίας
Το γεγονός ότι ο Νίτσε (και ειδικά τα κείμενά του όπου συζητείται η σχέση ιστορικής συνείδησης και δημιουργικότητας) αποτελεί ένα κοινό υπόβαθρο τόσο του Ντελέζ όσο και του Μπένγιαμιν ή του Ντεριντά, μπορεί να δώσει αφορμές για μια ιστορική διεύρυνση του προβληματισμού και για ενδιαφέροντες συσχετισμούς. Το θέμα του μηδενισμού, μεταξύ άλλων, συνδέεται με αυτή την θεματική.
Επίσης αυτό αφορά την σύγχρονη Ελλάδα με διπλό τρόπο: πρώτον, διότι το ερώτημα πως κληρονομεί κανείς, τι είναι δηλαδή ένας κληρονόμος, είναι πολύ σημαντικό, ενόψει της ιδιαίτερα προβληματικής σχέσης που έχουμε στην Ελλάδα με το παρελθόν. Μιμείται απλώς, ή αν όχι τι είναι μνήμη και πως αυτή μπορεί να είναι δημιουργική; Μπορεί λοιπόν μια στιγμή κρίσης, τομής, να υποδεικνύει ένα κρυφό και παραθεωρημένο πεδίο που επιτρέπει να συνδεθεί κανείς αλλιώς με το παρελθόν και να ανοιχτεί αλλιώς στο μέλλον; Στη σημερινή Ελλάδα αυτό θα ήταν όχι μόνο ακαδημαϊκά, αλλά ευρύτερα κοινωνικά ενδιαφέρον: να δει κανείς την κρίση σε μια διαφορετική φιλοσοφική προοπτική, τόσο ευρωπαϊκή όσο και ελληνική. Πάνω σε αυτό το θέμα σας στέλνω ένα πρόσφατο κείμενό μου, με αφορμή αυτή τη φορά την Άρεντ - ως ευκαιρία γνωριμίας. Δουλεύω όμως σε αυτή την κατεύθυνση ευρύτερα, και ειδικά βασιζόμενος σε νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμενα, από τα οποία προσπαθώ να αντλήσω υπόρρητες ιστορικές και πολιτικές εμπειρίες με άμεσο φιλοσοφικό ενδιαφέρον προς αυτή μια κατεύθυνση σαν αυτή που σας σχεδίασα αδρά. Ίσως το κείμενό μου να βοηθήσει λίγο στην διασαφήνιση.
Θα μπορούσα να συντρέξω το συνέδριο σε μια τέτοια κατεύθυνση. Και νομίζω ότι θα ήταν επίσης σημαντικό το συνέδριο να ανοιχτεί σε έναν ευρύτερο κοινωνικό χώρο στην Αθήνα, να μην περιχαρακωθεί δηλαδή σε ένα στενά ακαδημαϊκό ζήτημα. Αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά παραχώρηση σε μια ρητορική ή ιδεολογική ευκολία (κίνδυνος που πάντα παραμονεύει φυσικά και χρειάζεται εγρήγορση), σημαίνει άνοιγμα στον καιρό, στο κοινωνικό περιβάλλον και στον ενεστωτικό χρόνο και τις μορφές που παίρνουν οι απορίες του - πράγμα για το οποίο νομίζω ότι η σκέψη του Ντελέζ προσφέρεται. Υπό την έννοια αυτή, το συνέδριο θα μπορούσε να διεκδικήσει ότι συνομιλεί με την ιστορική στιγμή μιας μείζονος κρίσης.
Στην ίδια λογική, μπορεί να τεθεί και το ζήτημα της σχέσης του Ντελέζ με την αρχαία σκέψη κι αυτός είναι ο δεύτερος τρόπος που η 'απεδαφικοποίηση' αφορά 'ελληνικά' θέματα. Κυρίως με την τραγωδία ίσως, παρά τις όποιες διαφορές, για την οποία έχω ιδιαίτερο ενδιαφέρον κι έχω ήδη γράψει ένα βιβλίο, αλλά όχι μόνο: η συνάντηση, ας πούμε, με τη σκέψη του Πλάτωνα κρύβει ακόμα ανοιχτές δυνατότητες.
Ηλίας