Iannis Zannos, Animal Refrains
Amongst the mediatic domains of text, image and sound,
the latter is special because its closer proximity to raw perception before
symbolic reference. Thus most theories of music interpret it as either
“sub-representational” (addressing raw emotion) or “super-representational”
(addressing the universal and absolute) (Cox 2011: 145f). The present paper
argues that music is the art that inherently combines sub-representational with
super-representational, and that its essence and power consists in enabling
bidirectinal transitions from one to the other. The objective of the paper is
to provide antrhopological, sociological and mythological background to musical
phenomena that figure prominently in Deleuze and Guattary's work, that is
refrain and repetition. In doing this, the paper introduces a further element,
namely silence, as the "background" which charges these structural
phenomena with meaning. Musical antrhopologists have connected the birth of
music to animal domestication and to harnessing the reproductive instincts of domestic
animals (Vogel 1973, 1978). The sub-representational aspect of music has thus
deeper repercussions in social history, and characterizes its special status as
an art, as is shown by several examples from music history. Silence is dealt
here in its metaphorical, rhetorical and sonic aspects. Metaphorical as the
silence of the voiceless - those not endowed with an articulate will of their
own, rhetorical as a means for indicating meaning through placement in a
musical structure (with reference to baroque theory of musical figures), and
sonic as the encompassing background against which the meaning and effect of
sounds is engendered.
Iannis Zannos has a background in music composition,
ethnomusicology and interactive performance. He has worked as Director of the Music
Technology and Documentation section at the State Institute for Music Research
(S.I.M.) in Berlin, Germany, and Research Director at the Center for Research
for Electronic Art Technology (CREATE) at the University of California, Santa
Barbara. He has taken part at numerous international collaborative Media Arts
projects and has realized multimedia performances both alone and in cooperation
with other artists. He is teaching audio and interactive media arts at the
Department of Audiovisual Arts and at the postgraduate course in Arts and
Technologies of Sound of the Music Department at the Ionian University, Corfu.
Publications include: "Ichos und Makam" (Comparative Studies on the
Modal systems of Greek and Turkish Music, 1994), "Music and Signs"
(edited proceedings of the 1997 conference on Music Semiotics and Systematic
Musicology), and a number of articles on Music Technology and Media Arts.
Participation in artistic collaborations include with Martin Carlé (2000)
programming of interactive sound for Eric Sleichim / Bl!ndman Quartet, and
Ulrike and David Gabriel; Cosmos-X - Multimedia installation with multiple
audio and video projections based on the work of Iannis Xenakis, with Efi Xirou
(2005-2006); and with Jean-Pierre Hébert real-time sound programming for the
installation series on "Sand" (2004-2005). Currently Iannis Zannos is
focusing on how environmental issues as well as problems of multiculturality
are reflected in media-art te
Katerina Zisimopoulou
Deleuze and Guattari begin the 9th chapter of their
book ‘A thousand plateaus’ titled ‘1933: Micropolitics and Segmentarity’ with
an admittance of human fragmentation (2002, p. 208), as “we are segmented from
all around and in every direction. The human being is a segmentary animal.” In
the 1933 election in Germany Hitler seized power and the National Socialist
State began to resonate and propagate the fascist ideology. In 1936 Riefenstahl
directed the film Olympia documenting the Berlin Olympics. In consecutive
segments of athletic events and ceremonies the film propagates the
micropolitics of beauty and grace, struggle and vigor, stamina and power. These
micropolitics are the main fascist element of the film.
In Olympia everything is political, but this paper
emphasizes specifically on unconscious micropercepts and effects, a
micropolitics of perception, motion, beauty and virility. The film propagates
the microfascisms that gave the state unequaled ability to act upon the masses,
microfascisms essentially necessary even after the National Socialist State had
been established. Since the masses do not passively submit to political power,
it is the film’s molecular or micropolitical effect on desire that makes fascism
the mass movement it is. Desire results from a highly engineered setup that
manipulates energies and potentially gives it a fascist determination. In
Olympia, collective representations presuppose a flow of belief, submission and
desire.
Katerina Zisimopoulou is a practicing architect in
Greece and a doctorate candidate at the National Technical University of
Athens. She completed her Masters in Architecture at the University of
California Los Angeles as a Fulbright scholar and received a Masters degree from
the National Technical University of Athens. She has worked as an assistant
tutor in architecture, as a professional designer and construction architect,
and as a consultant for charity and cultural institutions, as well as
politicians. She has participated in groups that excelled in national
architectural competitions and has presented her research work at national and
international conferences. Her research interests focus on the architectural
and cinema history and theory of the interwar, heritage, technology and
production, and politics in architecture, specifically mechanisms of space
control as part of a diachronic social agenda.
kzisimopoulou@gmail.com
Stathis Alexandros Zoulias
Αφετηρία της μελέτης αυτής θα είναι ο εντοπισμός
κάποιων γενικών συσχετισμών ανάμεσα στη χωρική υπόσταση των χαοτικών
συστημάτων, που περιγράφεται σε μεγάλο βαθμό μέσα από τη φράκταλ γεωμετρία και
ορισμένων βασικών εννοιών της Ντελεζιανής φιλοσοφίας όπως το πεδίο της
εμμένειας (plane of immanence), η διαφορά εις εαυτόν (difference in itself) και
ο λείος χώρος (smooth space):
Το πεδίο της εμμένειας, ως μια νοητή τομή των
ακαθόριστων χαοτικών δημιουργικών δυνάμεων, μας παρέχει κατά κάποιο τρόπο το
φρακταλικό αποτύπωμά τους, σα δημιουργικό υπόβαθρο. Η διαφορά εις εαυτόν
συνδέεται με την αναίρεση του φόντου, της βάσης ή του εδάφους με βάση το οποίο
ορίζεται μια οντότητα και την ταυτόχρονη έλευσή του στην επιφάνεια της
οντότητας αυτής με την ιδιότητα του βάθους. Υπό αυτή την έννοια εκφράζει μια
κλασματική διάτρηση της επιφάνειας καθώς επίσης και την διάνοιξη ενός πλαισίου
οργιαστικής αναπαράστασης (orgiastic representation). Ο λείος χώρος, σε
αντίθεση με τον εγχαραγμένο χώρο των ακέραιων διαστάσεων (γραμμή, επιφάνεια,
στερεό) περιγράφεται από κλασματικές διαστάσεις οι οποίες κυμαίνονται στο
ενδιάμεσο των αντίστοιχων ακέραιων τιμών. Ένας τέτοιος χώρος φέρεται να
διακατέχεται από μια συσσώρευση γειτνιάσεων που συνεπάγεται τη δημιουργία
διάχυτων ζωνών δυσδιακριτότητας.
Στη συνέχεια, σε ένα δεύτερο επίπεδο, θα προσπαθήσουμε
να εξετάσουμε κάποιες πιο συγκεκριμένες αντιστοιχίες που προκύπτουν ανάμεσα σε
βασικά επί μέρους χαρακτηριστικά των χαοτικών συστημάτων και σε διάφορες
θεωρίες του Ζ. Ντελέζ.
Αναλυτικότερα, θα εξετάσουμε:
α) το καθεστώς της ευαίσθητης εξάρτησης από τις αρχικές
συνθήκες (μικρά αίτια - μεγάλα αποτελέσματα) στα χαοτικά συστήματα σε σχέση με
την έννοια της απεδαφικοποίησης (εξάπλωση διακυμάνσεων - εξάπλωση γραμμών
φυγής).
β) Το καθεστώς των παράξενων ελκυστών (strange
attractors) σε σχέση με την έννοια του «σκοτεινού προδρόμου» (dark precursor)
(αόρατες δομές που φανερώνονται μόνον μέσα από τα αποτελέσματά τους
γ) Τέλος, η μορφολογική μεταβολή των συστημάτων κατά
την είσοδό τους στη χαοτική κατάσταση, θα συσχετιστεί με την έννοια της
Πτύχωσης (ταυτόχρονη ανάδυση όλων των υπολανθανουσών μορφικών δυνατοτήτων ως
εκδίπλωση της άπειρης πτύχωσης.
O Stathis Alexandros Zoulias γεννήθηκe στο Παρίσι στις
7-8-1980. Το 1998 αποφοίτησε από το ελληνογαλλικο σχολείο Lycée Léonin της Νέας
Σμύρνης. Την περίοδο 2000-2006 φοίτησε στην Αρχιτεκτονική σχολή του
Πανεπηστημίου Πατρών. Συμμετείχε στο εργαστήριο-σεμινάριο Κ.Α.Μ. στην πόλη των
Χανίων το καλοκαίρι του 2004 το οποίο αποτέλεσε μέρος της ελληνικής συμμετοχής
της Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας του 2004 θέμα «Παραδείγματα».Την
περίοδο 2006-2008 παρακολούθησε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Χώρος, Σχεδιασμός,
Πολιτισμός» της Αρχιτεκτονικής σχολής του ΕΜΠ (αποφοίτηση 2009). Παράλληλα, την
περίοδο 2007-2010 παρακολούθησε και το μεταπτυχιακό πρόγραμμα Architecture ei
Philosophie στην Ecole Nationale Supérieure d'Architecture de Paris La Villette
καθώς κι ένα σεμινάριο για τον G. Deleuze στο πανεπιστήμιο Paris 8 και το
Maison des sciences humaines.Το Σεπτέμβρη του 2010 ξεκίνησε τη διδακτορική
διατριβή του στην Αρχιτεκτονική σχολή του ΕΜΠ σχετικά με τη φιλοσοφία του
G.Deleuze και τη συνθήκη της τύρβης.Έχει συμμετάσχει σε τρείς ομαδικές
εικαστικές εκθέσεις, το «Locus Solus» στο μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς το
2010, την διαγωνιστική έκθεση του Πανελλήνιου συνέδριου Αρχιτεκτόνων στο Ζάππειο
το 2011 (3ο βραβείο) και την έκθεση «Αντικουλτούρα» στο CAMP το 2012
D_all9air_6@yahoo.gr
Audronė Žukauskaitė MULTIPLICITY, THE MULTIPLE AND THE
MULTITUDE
Deleuze and Guattari’s notion of multiplicity can be
traced back to the works of the mathematician and physicist Riemann, who
defines discrete multiplicities and continuous multiplicities. Bergson develops
the Riemannian distinction further by relating discrete multiplicities to
space, and continuous multiplicities to duration. In this sense space allows
quantitative differences or differences in degree, and duration takes on or
bears qualitative differences or differences in kind. In my paper I will argue
that Deleuze and Guattari transfer this Bergsonian distinction to the political
realm, structuring around them such oppositions as the smooth and the striated,
the war machine and the apparatus of capture, and stratification and nomadism.
Deleuze and Guattari’s notion of multiplicity will be examined vis-à-vis Alain
Badiou’s notion of the multiple, based on mathematical set theory, and Michael
Hardt’s and Antonio Negri’s notion of the multitude. In different ways both
these trends tend to eradicate differences in kind and favor the quantitative
over the qualitative. By contrast, I will argue that it is precisely the
qualitative multiplicity (by contrast with Badiou’s and Hardt and Negri’s
approaches) which eventually makes social and political change possible.
Audronė Žukauskaitė is senior researcher at the
Lithuanian Culture Research Institute and President of the Lithuanian
Philosophy Association. Her recent publications include “Ethics between
Particularity and Universality” (Deleuze and Ethics, Edinburgh University
Press, 2011); “Potentiality as a Life: Deleuze, Agamben, Beckett” (Deleuze
Studies, vol. 6.4, 2012); “Intensive Multiplicities in A Thousand Plateaus”
(Understanding Deleuze, Understanding Modernism, Bloomsbury, 2014); the
monograph Gilles Deleuze and Felix Guattari’s Philosophy: The Logic of
Multiplicity, Vilnius: Baltos lankos, 2011, and an edited volume Intensities
and Flows: Gilles Deleuze’s Philosophy in the Context of Contemporary Art and
Politics, Vilnius: LKTI, 2011. She also co-edited (with Steve Wilmer)
Interrogating Antigone in Postmodern Philosophy and Criticism, Oxford: Oxford
University Press, 2010; Deleuze and Beckett, Palgrave Macmillan, forthcoming;
and Resisting Biopolitics: Philosophical, Political and Performative
Strategies, Routledge, forthcoming.
audronezukauskaite@taka.lt